Γιώργος Μαυροΐδης | Πόπη Ασαργιωτάκη
Είναι δύσκολο να γράψω για την Πόπη Ασαργιωτάκη, που δείχνει τη ζωγραφική της στο κοινό πρώτη φορά, μια και την ξέρω, νομίζω, καλά και έχω παρακολουθήσει την πορεία της μαθητείας της στην τέχνη, ώστε η δυσκολία μου να οφείλεται στο ότι, αγαπώντας πολύ αυτή τη ζωγραφική, δεν θα ήθελα να την υπερεκτιμήσω.
Ωσάν από τύχη ήρθαν τρία πρόσωπα, που η γνώμη τους για την τέχνη έχει σημασία και θα μου παρασταθούν.
Το πρώτο στη σειρά, σαν παλαιότερο άλλωστε, είναι ο Μαρσέλ Προυστ που κάπου μέσα στο μοναδικό, σχεδόν, βιβλίο του γράφει ότι ένα έργο με ιδιαιτερότητα δύσκολα θαυμάζεται αμέσως γιατί ο δημιουργός του είναι όχι συνήθης κι επομένως λίγοι τού μοιάζουν ώστε να είναι ικανοί να τον αγαπήσουν.
Γι’ αυτό, το έργο της νέας αυτής ζωγράφου θέλει επίμονη και βαθιά παρατήρηση. Τότε μεταξύ άλλων, θα δει κανείς ότι το έργο αυτό είναι σημερινό αλλά και όχι, με την έννοια ότι είναι βαθύτερο από αυτά τα έργα που μας παρουσιάζουν σήμερα οι περισσότεροι νέοι καλλιτέχνες στην Ελλάδα, αυτοί που τους ονομάζουμε μοντέρνους, με άλλα λόγια σημερινούς, ενώ ουσιαστικά δεν είναι.
Εδώ έρχεται να με βοηθήσει ο δεύτερος από τους τρεις που έλεγα, κι αυτός είναι ο πρόσφατα αποθανών Γιάννης Τσαρούχης που οι σκέψεις του για την τέχνη είναι ισάξιες με τα έργα του και λέει (εφημ. Τα Νέα, 26.11.1983): «Όλοι οι μοντερνίζοντες αντί να συνεχίζουν αυτό που άρχισαν οι μεγάλοι μοντέρνοι επαναλαμβάνουν στατικά τα παλιά συμπεράσματα στα οποία εκείνοι είχαν καταλήξει. Η τέχνη σήμερα τείνει να γίνει ένας επικίνδυνος τυπικός Κρατικός μοντερνισμός».
Ε λοιπόν η τέχνη της Ασαργιωτάκη, αν όχι τίποτα άλλο, πάντως δεν είναι κάτι τέτοιο.
Τρίτο πρόσωπο που επικαλούμαι για να μπορέσω να τα πω καλύτερα είναι η καθηγήτρια της Σχολής Καλών Τεχνών κ. Λαμπράκη-Πλάκα, που σε άρθρο της στο Βήμα της Πρωτοχρονιάς του 1986 ανάμεσα σε πολλά ενδιαφέροντα έλεγε: «Κάθε αληθινή μοντέρνα τέχνη θα γεννηθεί μέσα από την αμφισβήτηση των κατεστημένων αξιών. Και κατεστημένο σήμερα είναι η θεσμοθετημένη και κουρασμένη πρωτοπορία. Κουρασμένη και υπέργηρη όσο και ο αιώνας μας».
Διαβλέπω ότι η Ασαργιωτάκη αυτά τα έχει καταλάβει ή τα έχει αισθανθεί μ’ ένα δυνατό ένστιχτο ή και τα δύο μαζί.
Τώρα θα πω κι εγώ μετά τη συμπαράσταση των άλλων:
Η ζωγράφος αυτή πασκίζει τόσο έντονα βαθιά και επίμονα με το ανθρώπινο πρόσωπο ώστε ένας που θα ’χει κοιτάξει το έργο της επίμονα και βαθιά, όπως προέτρεψα πιο πάνω, είναι αδύνατο να μην έχει νιώσει πως κάτι σημαντικό συμβαίνει εδώ.
(Από το έντυπο της ατομικής έκθεσης Πορτρέτα, Καλλιτεχνικό Πνευματικό Κέντρο Ώρα, Αθήνα, 1989)
Giorgos Mavroidis | Popi Asargiotaki
It is hard for me to write about Popi Asargiotaki, who is showing her painting to the public for the first time, since I know her, I think, quite well, and have followed the journey of her apprenticeship in art, so that my difficulty is due to the fact that, given how much I love her painting, I would not like to overestimate it.
As luck would have it, three people have come along, whose views on art matter, and they will assist me.
The first in line, being the oldest besides, is Marcel Proust who, somewhere in his almost one-of-a-kind book, writes that a distinctive artwork is hard to appreciate immediately because its creator is not ordinary and therefore there are few like him who are capable of loving him.
That is why the work of this young painter demands persistence and profound contemplation. Then, among other things, one will see that the work is contemporary but also not, in the sense that it goes deeper than the work we are presented today by most young artists in Greece, those we describe as modern, in other words of the present day, when, in essence, they are not.
Here, the second of the three I mentioned comes to my aid, and he is the recently deceased Yannis Tsarouchis, whose thoughts on art are as valuable as his paintings, and he says (Ta Nea newspaper, 26.11.1983): “All modernists, instead of continuing what the great modern artists began, are statically repeating the old conclusions the latter had come to. Art today is heading towards becoming a dangerous typical State modernism”.
Well, if nothing else, the art of Asargiotaki is certainly not that. The third person I call upon to help me express myself better is the Athens School of Fine Arts professor, Ms. Lambraki-Plaka, who, in her article in Vima newspaper, published on New Year’s Day 1986, among many other interesting things, said: “Every true modern art will be born through challenging the established values. And the status quo today is an institutional and worn out avant-garde. As worn out and elderly as our century”.
I can see that Asargiotaki has understood these things, or sensed them by a strong instinct, or both at once.
And now, following the others’ support, I will say:
This painter strives so hard, so deeply, so relentlessly with the human face that it would be impossible for anyone who has contemplated her work persistently and profoundly, as I suggested earlier, to not have felt that there is something important going on here.
(From the publication accompanying the solo exhibition Portraits, Ora Centre for Art and Culture, Athens, 1989)